Έγινε χτές Δευτέρα 26 Οκτωβρίου η παρουσίαση ενός νέου βιβλίου του κ. Κωνσταντίνου Κωστούλα με τίτλο «Γεγονότα στο Πωγώνι και το Χρονικό του Ανεξάρτητου Τάγματος Δελβινακίου» στο Ξενοδοχείο Μεγάλο Σεράι (Grand Serai) του επιχειρηματία κ. Μήτση (το πρώην Ξενία Ιωαννίνων) σε κατάμεστη αίθουσα με την παρουσία του Νομάρχη Αλέκου Καχριμάνη, του Δημάρχου Νίκου Γκόντα, του Βουλευτού πρώην Υπουργού κ. Τασούλα, των Προξένων Αλβανίας και Ιταλίας, του Πρυτάνεως του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, αλλά και προσώπων σχέσιν έχοντα με τις περιγραφόμενες προσωπικές αναμνήσεις στο εν λόγω βιβλίο. Συντονιστής της εκδήλωσης ο κ. Γιάννης Κεϊσογλου, δημοσιογράφος του Πρωϊνού Λόγου των Ιωαννίνων, άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις.
Για το βιβλίο είπαν θερμά λόγια καρδιάς ο φιλόλογος - συγγραφέας Νίκος Υφαντής, ο Πρόεδρος των εφέδρων αξιωματικών κ. Βαρζώκας, ο ίδιος ο συγγραφέας Κωστούλας που «έκλεψε» την παράσταση όταν θυμίζοντας περιστατικά από το βιβλίο του, απευθύνονταν ονομαστικά σε παριστάμενους στην αίθουσα.
Η εκδήλωση έκλεισε με το μοιρολόϊ που ήχησε στην αίθουσα από το κλαρίνο του Πωγωνήσιου Πέτρου Λούκα – Χαλκιά, στη μνήμη εκείνων που χάθηκαν στις πόλεις, στα χωριά, σε βουνά, σε λόγγους, από εκτελεστικά αποσπάσματα, σε μάχες, σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ο κ. Κωνσταντίνος Κωστούλας είναι «δικός μας άνθρωπος».
Γεννήθηκε στη Μερόπη της επαρχίας Πωγωνίου του Νομού Ιωαννίνων το 1932. Παρακολούθησε τα Δημοτικά Σχολεία Πρέβεζας και Πωγωνιανής και τα Γυμνάσια Πωγωνιανής και Πρέβεζας.
Είναι πτυχιούχος του Φυσικού Τμήματος της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, με μεταπτυχιακό Ενδεικτικό στη Ραδιοηλεκτρολογία, και πτυχιούχος της ΣΕΛΕΤΕ.
Εργάστηκε στο Γυμνάσιο Πωγωνιανής ως καθηγητής των Φυσικών (1957-58), στο Εργαστήριο Μετεωρολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών ως έκτακτος βοηθός του καθηγητή Ηλία Μαριολόπουλου (1956, 1958-59) και στον ΟΤΕ (1959-1987) ως τηλεπικοινωνιακός μηχανικός. Αιρετός νομαρχιακός σύμβουλος της επαρχίας Πωγωνίου (1979-80 1981-82)
Ασχολείται ιδιαίτερα με τη μελέτη, έρευνα και καταγραφές της επαρχίας Πωγωνίου και εκδίδει τη σειρά «Πωγωνήσια Βιβλιοθήκη» με 21 εκδόσεις βιβλίων και με δικά του 32 βιβλία για το Πωγώνι.
Το βιβλίο «Γεγονότα στο Πωγώνι 1940-41 και το Χρονικό του Ανεξαρτήτου Τάγματος Δελβινακίου» προλογίζει ο καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπ. Ιωαννίνων κ. Γεώργιος Πλουμίδης.
Γράφει στο Προλογικό Σημείωμα του βιβλίου ο Γεώργιος Πλουμίδης, καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων:
Οι επαγγελματίες ιστορικοί στεκόμεθα στα επίσημα έγγραφα, στις εκθέσεις των διπλωματών, στις αναφορές των μυστικών υπηρεσιών ή στα απομνημονεύματα των πρωταγωνιστών. Αλλά εμείς πάλι έχομε τονίσει και επαναλάβει ότι το παρελθόν δεν ανασταίνεται και δεν δυνάμεθα να φθάσουμε στην τότε ρουτίνα της ζωής.
Τα παραπάνω διαψεύδονται σε ικανό βαθμό από την «Ιστορία των παράπλευρων γεγονότων», που το παρόν βιβλίο μας προσφέρει. Ιδιαίτερα για ένα τομέα, όπως τα πολεμικά γεγονότα και η συμμετοχή ενός ολόκληρου λαού στην υπεράσπιση του εθνικού χώρου, οι προσωπικές μαρτυρίες έχουν την ικανότητα και μπορούν να γίνουν το εργαλείο, ώστε να «μοιραστούμε τα ποικίλα συναισθήματα» των ανθρώπων του καιρού.
Με ιστορική αλληλουχία ξεδιπλώνονται οι ανθρώπινες δοκιμασίες ημέρα με την ημέρα, ορισμένες φορές από ώρα σε ώρα, μέσα από προφορικές και γραπτές διηγήσεις και ο αναγνώστης αρχίζει να αναπνέει τον αέρα και να ακούει τις φήμες και την κομμένη ανάσα, να βλέπει τα χαρούμενα ή τα θλιμμένα βλέμματα και να δέχεται επάνω του τη ψυχολογική φόρτωση των φαντάρων, των ντόπιων και του κρότου των πολυβόλων και της έκρηξης των οβίδων.
Ο κ. Κωνσταντίνος Κωστούλας με την προσεκτική και ευθυκρισία παράλληλη παράθεση των αφηγήσεων, με το σχολιασμό του και την επιλογή και προβολή των πιο κρίσιμων πλευρών των προσώπων «ανάγκασε» όλους μας αρκετές φορές να δακρύσουνε τιμητικά και να κάμψουμε την κεφαλήν στη μνήμης τους.
Μερικά αποσπάσματα από το βιβλίο
….Μεταξύ 5 και 6 το πρωϊ της 28ης Οκτωβρίου 1940 στο ανεξάρτητο τάγμα Δελβινακίου, εξιστορεί ο Παναγιώτης Μπέτζιος, έφεδρος ανθυπολοχαγός,
….Κι επειδή ακούστηκαν κάποιοι πυροβολισμοί, και βουρλίστηκε ο Φριζής
-Πάρε τον Πελλένη
Παίρνω τον Πελλένη, Κλέαρχο τον έλεγαν.
-Κλέαρχε, έχω δίπλα τον Διοικητή, και μου λέει νάσαι έτοιμος. (Ήταν στη γέφυρα του Γκόλα, ήταν του Μηχανικού αυτός)
--Τι να κάνω;
--Νάσαι έτοιμος μου είπε.
Όταν πέρασε λίγη ώρα μου λέει ο Φριζής:
«Μήνα την ανατινάξω και αυτοί οι θεατρίνοι δεν κάνουν τίποτε, είναι όλο επιδείξεις, και μου χρεώσουν και τη γέφυρα οι Ρωμιοί, γιατί με κατέστησαν προσωπικά υπεύθυνο για τη ανατίναξη», μου λέει ο Φριζής.
…..Λίγο πριν φθάσει έξι η ώρα μου λέει:
«Μου δίνεις τον Πελλένη»
Λέω: «Κλέαρχε θέλει να σου μιλήσει ο συνταγματάρχης προσωπικώς».
Το πήρε αυτός και του λέει:
--Παιδί μου, κάνε το σταυρό σου και πυροδότησε.
Και την ανατίναξε. Όχι ακριβώς στις έξι, λίγο πριν. Παρά πέντε ήταν;
Η έκρηξη από την ανατίναξη της γέφυρας Γκόλα, ακούστηκε σε όλα τα χωριά του Πωγωνίου, ήταν η πρώτη πολεμική απάντηση στην εισβολή των Ιταλών, ήταν το πρώτο πολεμικό ΟΧΙ, εκείνο το πρωϊνό.
(Γράφει ο στρατηγός Κατσιμήτρος:
«Όλως ιδιαιτέρως είχε σημασίαν η επιτευχθείσα καταστροφή της μεγάλης γέφυρας Κτίσματα- Χάνι ήτις επραγματοποιήθη υπό σφοδρόν εχθρικόν πυρ, υπό αποσπάσματος του εφέδρου ανθυπολοχαγού Μηχανικού Κ. Πελλένη, όστις επέδειξεν ηρωϊσμόν και θάρρος εν τη εκτελέσει του καθήκοντος, αυτοπροσώπως πυροδοτήσας την εστίαν υπονομεύσεως».)
28η Οκτωβρίου 1940: Τα παιδιά του Γυμνασίου Πωγωνιανής.
Στην Πωγωνιανή λειτουργούσε το Γυμνάσιο με 300 περίπου μαθητές και μαθήτριες. Από αυτούς οι 100 ήταν από τα χωριά της Βορείου Ηπείρου που ήταν τώρα ιταλοκρατούμενη, άλλοι 100 από τα χωριά του Πωγωνίου και οι υπόλοιποι 100 από διάφορα μέρη πέραν του Πωγωνίου.
Για το βιβλίο είπαν θερμά λόγια καρδιάς ο φιλόλογος - συγγραφέας Νίκος Υφαντής, ο Πρόεδρος των εφέδρων αξιωματικών κ. Βαρζώκας, ο ίδιος ο συγγραφέας Κωστούλας που «έκλεψε» την παράσταση όταν θυμίζοντας περιστατικά από το βιβλίο του, απευθύνονταν ονομαστικά σε παριστάμενους στην αίθουσα.
Η εκδήλωση έκλεισε με το μοιρολόϊ που ήχησε στην αίθουσα από το κλαρίνο του Πωγωνήσιου Πέτρου Λούκα – Χαλκιά, στη μνήμη εκείνων που χάθηκαν στις πόλεις, στα χωριά, σε βουνά, σε λόγγους, από εκτελεστικά αποσπάσματα, σε μάχες, σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ο κ. Κωνσταντίνος Κωστούλας είναι «δικός μας άνθρωπος».
Γεννήθηκε στη Μερόπη της επαρχίας Πωγωνίου του Νομού Ιωαννίνων το 1932. Παρακολούθησε τα Δημοτικά Σχολεία Πρέβεζας και Πωγωνιανής και τα Γυμνάσια Πωγωνιανής και Πρέβεζας.
Είναι πτυχιούχος του Φυσικού Τμήματος της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, με μεταπτυχιακό Ενδεικτικό στη Ραδιοηλεκτρολογία, και πτυχιούχος της ΣΕΛΕΤΕ.
Εργάστηκε στο Γυμνάσιο Πωγωνιανής ως καθηγητής των Φυσικών (1957-58), στο Εργαστήριο Μετεωρολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών ως έκτακτος βοηθός του καθηγητή Ηλία Μαριολόπουλου (1956, 1958-59) και στον ΟΤΕ (1959-1987) ως τηλεπικοινωνιακός μηχανικός. Αιρετός νομαρχιακός σύμβουλος της επαρχίας Πωγωνίου (1979-80 1981-82)
Ασχολείται ιδιαίτερα με τη μελέτη, έρευνα και καταγραφές της επαρχίας Πωγωνίου και εκδίδει τη σειρά «Πωγωνήσια Βιβλιοθήκη» με 21 εκδόσεις βιβλίων και με δικά του 32 βιβλία για το Πωγώνι.
Το βιβλίο «Γεγονότα στο Πωγώνι 1940-41 και το Χρονικό του Ανεξαρτήτου Τάγματος Δελβινακίου» προλογίζει ο καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπ. Ιωαννίνων κ. Γεώργιος Πλουμίδης.
Γράφει στο Προλογικό Σημείωμα του βιβλίου ο Γεώργιος Πλουμίδης, καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων:
Οι επαγγελματίες ιστορικοί στεκόμεθα στα επίσημα έγγραφα, στις εκθέσεις των διπλωματών, στις αναφορές των μυστικών υπηρεσιών ή στα απομνημονεύματα των πρωταγωνιστών. Αλλά εμείς πάλι έχομε τονίσει και επαναλάβει ότι το παρελθόν δεν ανασταίνεται και δεν δυνάμεθα να φθάσουμε στην τότε ρουτίνα της ζωής.
Τα παραπάνω διαψεύδονται σε ικανό βαθμό από την «Ιστορία των παράπλευρων γεγονότων», που το παρόν βιβλίο μας προσφέρει. Ιδιαίτερα για ένα τομέα, όπως τα πολεμικά γεγονότα και η συμμετοχή ενός ολόκληρου λαού στην υπεράσπιση του εθνικού χώρου, οι προσωπικές μαρτυρίες έχουν την ικανότητα και μπορούν να γίνουν το εργαλείο, ώστε να «μοιραστούμε τα ποικίλα συναισθήματα» των ανθρώπων του καιρού.
Με ιστορική αλληλουχία ξεδιπλώνονται οι ανθρώπινες δοκιμασίες ημέρα με την ημέρα, ορισμένες φορές από ώρα σε ώρα, μέσα από προφορικές και γραπτές διηγήσεις και ο αναγνώστης αρχίζει να αναπνέει τον αέρα και να ακούει τις φήμες και την κομμένη ανάσα, να βλέπει τα χαρούμενα ή τα θλιμμένα βλέμματα και να δέχεται επάνω του τη ψυχολογική φόρτωση των φαντάρων, των ντόπιων και του κρότου των πολυβόλων και της έκρηξης των οβίδων.
Ο κ. Κωνσταντίνος Κωστούλας με την προσεκτική και ευθυκρισία παράλληλη παράθεση των αφηγήσεων, με το σχολιασμό του και την επιλογή και προβολή των πιο κρίσιμων πλευρών των προσώπων «ανάγκασε» όλους μας αρκετές φορές να δακρύσουνε τιμητικά και να κάμψουμε την κεφαλήν στη μνήμης τους.
Μερικά αποσπάσματα από το βιβλίο
….Μεταξύ 5 και 6 το πρωϊ της 28ης Οκτωβρίου 1940 στο ανεξάρτητο τάγμα Δελβινακίου, εξιστορεί ο Παναγιώτης Μπέτζιος, έφεδρος ανθυπολοχαγός,
….Κι επειδή ακούστηκαν κάποιοι πυροβολισμοί, και βουρλίστηκε ο Φριζής
-Πάρε τον Πελλένη
Παίρνω τον Πελλένη, Κλέαρχο τον έλεγαν.
-Κλέαρχε, έχω δίπλα τον Διοικητή, και μου λέει νάσαι έτοιμος. (Ήταν στη γέφυρα του Γκόλα, ήταν του Μηχανικού αυτός)
--Τι να κάνω;
--Νάσαι έτοιμος μου είπε.
Όταν πέρασε λίγη ώρα μου λέει ο Φριζής:
«Μήνα την ανατινάξω και αυτοί οι θεατρίνοι δεν κάνουν τίποτε, είναι όλο επιδείξεις, και μου χρεώσουν και τη γέφυρα οι Ρωμιοί, γιατί με κατέστησαν προσωπικά υπεύθυνο για τη ανατίναξη», μου λέει ο Φριζής.
…..Λίγο πριν φθάσει έξι η ώρα μου λέει:
«Μου δίνεις τον Πελλένη»
Λέω: «Κλέαρχε θέλει να σου μιλήσει ο συνταγματάρχης προσωπικώς».
Το πήρε αυτός και του λέει:
--Παιδί μου, κάνε το σταυρό σου και πυροδότησε.
Και την ανατίναξε. Όχι ακριβώς στις έξι, λίγο πριν. Παρά πέντε ήταν;
Η έκρηξη από την ανατίναξη της γέφυρας Γκόλα, ακούστηκε σε όλα τα χωριά του Πωγωνίου, ήταν η πρώτη πολεμική απάντηση στην εισβολή των Ιταλών, ήταν το πρώτο πολεμικό ΟΧΙ, εκείνο το πρωϊνό.
(Γράφει ο στρατηγός Κατσιμήτρος:
«Όλως ιδιαιτέρως είχε σημασίαν η επιτευχθείσα καταστροφή της μεγάλης γέφυρας Κτίσματα- Χάνι ήτις επραγματοποιήθη υπό σφοδρόν εχθρικόν πυρ, υπό αποσπάσματος του εφέδρου ανθυπολοχαγού Μηχανικού Κ. Πελλένη, όστις επέδειξεν ηρωϊσμόν και θάρρος εν τη εκτελέσει του καθήκοντος, αυτοπροσώπως πυροδοτήσας την εστίαν υπονομεύσεως».)
28η Οκτωβρίου 1940: Τα παιδιά του Γυμνασίου Πωγωνιανής.
Στην Πωγωνιανή λειτουργούσε το Γυμνάσιο με 300 περίπου μαθητές και μαθήτριες. Από αυτούς οι 100 ήταν από τα χωριά της Βορείου Ηπείρου που ήταν τώρα ιταλοκρατούμενη, άλλοι 100 από τα χωριά του Πωγωνίου και οι υπόλοιποι 100 από διάφορα μέρη πέραν του Πωγωνίου.
Η κήρυξη του πολέμου βρίσκει τους μαθητές σε μια κατάσταση αβεβαιότητας, αμηχανίας μέχρι του πανικού. Από τη νύχτα είναι στο πόδι και φέρνουν γύρω στο κέντρο του χωριού προσπαθώντας να μάθουν τι γίνεται.
Έτσι το πρωϊ γύρω στις πέντε, πολλοί ξύπνησαν με τις πρώτες ομοβροντίες κανονιών που ακούγονταν περισσότερο προς την Κακαβιά και τους Ποντικάτες.
Στην αρχή πολλοί νόμισαν ότι είναι μπουμπουναριές, αφού και ο καιρός ήταν βαρύς, υγρός και ψιλόβρεχε. Ο ρυθμικός όμως τρόπος και ο κοφτός ήχος με τον οποίο ακούγονταν οι βροντές διέλυσε γρήγορα την ψευδαίσθηση για μπουμπουναριές. Γρήγορα κυκλοφόρησε η είδηση. «Πόλεμος», άρχισε ο πόλεμος που όλοι σχεδόν τον περίμεναν.
Πρωϊ πρωϊ μαζεύτηκαν στο Γυμνάσιο αρκετοί μαθητές. Εκεί και μερικοί καθηγητές. Μαζί και ο Γυμνασιάρχης Ιωάννης Παπαγεωργίου. Μέσα σε μια ατμόσφαιρα ταραχής και ανησυχίας και μέσα σε απόλυτη σιγή όλοι οι μαθητές κρεμάστηκαν από τα χείλη του Γυμνασιάρχη να τους λέει:
«Άρχισε ο πόλεμος. Τα μαθήματα διακόπτονται μέχρι νεωτέρας. Μπορείτε να πάτε στα σπίτια σας με όποιο τρόπο νομίζετε»
…………………….
Πολλοί μαθητές συγχωριανοί ή κοντοχωριανοί είχαν ήδη ετοιμάσει τις ομάδες τους. Πήραν ό,τι πρόχειρο είχαν, λίγο ψωμί κάτι να προφυλαχτούν από τη βροχή που έπεφτε ασταμάτητα και ξεκίνησαν.
Με τη διαίσθηση του πανικόβλητου αγριμιού ξεκίνησαν σε ομάδες προς όλες τις κατευθύνσεις. Μετρούσαν από εκεί που έπεφταν οι λιγότερες κανονιές, και ο ήχος από τα άλλα όπλα που όλο πύκνωναν. Και διάλεγαν το ασφαλέστερο και συντομότερο μονοπάτι, μέσα και έξω από τα γνωστά τους δρομολόγια, στα ρουμάνια και στους καλυμμένους με βλάστηση κατσικόδρομους, για να μην τους επισημαίνουν οι Ιταλοί από τα παρατηρητήρια και τα αεροπλάνα
Ανάμεσα σε αυτές τις ομάδες και ο καθηγητής Γυμναστικής Θεοφάνης Δούμας από τη Βήσσανη γύρω από τον οποίο είχε συσπειρωθεί μια ομάδα μαθητών.
Γλούπ, γλούπ ακούγονταν τα βλήματα που έπεφταν γύρω μας μέσα στις λάσπες θυμάται κάποιος μαθητής.
Μια ομάδα με λίγα παιδιά από Δολιανά και Τσερβάρι (Ελαφότοπο) έφυγαν πρωϊ και πέρασαν γρήγορα από το Χάνι Δελβινάκι με κατεύθυνση προς Γέφυρα Αγίων – Δολιανά – Καλπάκι. Στη θέση «Κορακότρυπα» απέναντι ακριβώς από την γραμμή άμυνας Καλπακίου, δέχτηκαν μια βόμβα από ιταλικό αεροπλάνο. Θύμα ο μαθητής της Στ’ τάξεως του Γυμνασίου Πωγωνιανής Απόστολος Βλαστός ( ο πρώτος μαθητής θύμα του πολέμου που μόλις είχε αρχίσει) που βλήθηκε βαριά στην κοιλιά και ξεψύχησε στην αγκαλιά του μικρότερου αδελφού του Ηλία, μαθητή και αυτού του Γυμνασίου Πωγωνιανής.
Μία μεγάλη ομάδα από άλλα μακρινά μέρη (και Βορειοηπειρωτόπουλα που δεν μπορούσαν να πάνε στα χωριά τους) ξεκίνησαν κοντά στο μεσημέρι, πεζοπορώντας, με τον καθηγητή της Φυσικής Σπύρο Τσακαλώτο, ο οποίος καταγόταν από την Πρέβεζα (εξάδελφος του μετέπειτα στρατηγού Θρασύβουλου Τσακαλώτου) με κατεύθυνση προς τα Γιάννενα.
Έτσι το πρωϊ γύρω στις πέντε, πολλοί ξύπνησαν με τις πρώτες ομοβροντίες κανονιών που ακούγονταν περισσότερο προς την Κακαβιά και τους Ποντικάτες.
Στην αρχή πολλοί νόμισαν ότι είναι μπουμπουναριές, αφού και ο καιρός ήταν βαρύς, υγρός και ψιλόβρεχε. Ο ρυθμικός όμως τρόπος και ο κοφτός ήχος με τον οποίο ακούγονταν οι βροντές διέλυσε γρήγορα την ψευδαίσθηση για μπουμπουναριές. Γρήγορα κυκλοφόρησε η είδηση. «Πόλεμος», άρχισε ο πόλεμος που όλοι σχεδόν τον περίμεναν.
Πρωϊ πρωϊ μαζεύτηκαν στο Γυμνάσιο αρκετοί μαθητές. Εκεί και μερικοί καθηγητές. Μαζί και ο Γυμνασιάρχης Ιωάννης Παπαγεωργίου. Μέσα σε μια ατμόσφαιρα ταραχής και ανησυχίας και μέσα σε απόλυτη σιγή όλοι οι μαθητές κρεμάστηκαν από τα χείλη του Γυμνασιάρχη να τους λέει:
«Άρχισε ο πόλεμος. Τα μαθήματα διακόπτονται μέχρι νεωτέρας. Μπορείτε να πάτε στα σπίτια σας με όποιο τρόπο νομίζετε»
…………………….
Πολλοί μαθητές συγχωριανοί ή κοντοχωριανοί είχαν ήδη ετοιμάσει τις ομάδες τους. Πήραν ό,τι πρόχειρο είχαν, λίγο ψωμί κάτι να προφυλαχτούν από τη βροχή που έπεφτε ασταμάτητα και ξεκίνησαν.
Με τη διαίσθηση του πανικόβλητου αγριμιού ξεκίνησαν σε ομάδες προς όλες τις κατευθύνσεις. Μετρούσαν από εκεί που έπεφταν οι λιγότερες κανονιές, και ο ήχος από τα άλλα όπλα που όλο πύκνωναν. Και διάλεγαν το ασφαλέστερο και συντομότερο μονοπάτι, μέσα και έξω από τα γνωστά τους δρομολόγια, στα ρουμάνια και στους καλυμμένους με βλάστηση κατσικόδρομους, για να μην τους επισημαίνουν οι Ιταλοί από τα παρατηρητήρια και τα αεροπλάνα
Ανάμεσα σε αυτές τις ομάδες και ο καθηγητής Γυμναστικής Θεοφάνης Δούμας από τη Βήσσανη γύρω από τον οποίο είχε συσπειρωθεί μια ομάδα μαθητών.
Γλούπ, γλούπ ακούγονταν τα βλήματα που έπεφταν γύρω μας μέσα στις λάσπες θυμάται κάποιος μαθητής.
Μια ομάδα με λίγα παιδιά από Δολιανά και Τσερβάρι (Ελαφότοπο) έφυγαν πρωϊ και πέρασαν γρήγορα από το Χάνι Δελβινάκι με κατεύθυνση προς Γέφυρα Αγίων – Δολιανά – Καλπάκι. Στη θέση «Κορακότρυπα» απέναντι ακριβώς από την γραμμή άμυνας Καλπακίου, δέχτηκαν μια βόμβα από ιταλικό αεροπλάνο. Θύμα ο μαθητής της Στ’ τάξεως του Γυμνασίου Πωγωνιανής Απόστολος Βλαστός ( ο πρώτος μαθητής θύμα του πολέμου που μόλις είχε αρχίσει) που βλήθηκε βαριά στην κοιλιά και ξεψύχησε στην αγκαλιά του μικρότερου αδελφού του Ηλία, μαθητή και αυτού του Γυμνασίου Πωγωνιανής.
Μία μεγάλη ομάδα από άλλα μακρινά μέρη (και Βορειοηπειρωτόπουλα που δεν μπορούσαν να πάνε στα χωριά τους) ξεκίνησαν κοντά στο μεσημέρι, πεζοπορώντας, με τον καθηγητή της Φυσικής Σπύρο Τσακαλώτο, ο οποίος καταγόταν από την Πρέβεζα (εξάδελφος του μετέπειτα στρατηγού Θρασύβουλου Τσακαλώτου) με κατεύθυνση προς τα Γιάννενα.
Μέσα από παρακάμψεις και ατραπούς για να αποφύγουν τα αεροπλάνα που πετούσαν στην περιοχή, με το σκοτείνιασμα φτάνουν προς τη γέφυρα Αγιούς. Η πορεία ήταν κουραστική αφού μεταξύ των μαθητών ήταν και αρκετοί μικρών τάξεων και η πορεία ήταν μεγάλη και βασανιστική και πολλοί ήταν ξυπόλυτοι ή με ένα παπούτσι.
Μερικούς από τους μικρότερους μαθητές που κουράζονταν τους έπαιρναν στη πλάτη οι μεγαλύτεροι. Είχε σκοτεινιάσει πλέον όταν κατέβαιναν προς το χωριό Λίμνη με κατεύθυνση προς τη γέφυρα των Αγίων. Η πορεία γινόταν με προσοχή. Δεξιά τους είχαν εμφανισθεί ήδη κάποια τμήματα του Ιταλικού στρατού που προχωρούσαν προς το Καλπάκι. Ο Σπύρος Τσακαλώτος, ο καθηγητής τους της Φυσικής, τους συνιστούσε απόλυτη σιωπή. Σε κάποια απόσταση από το Χάνι Ζαραβίνας είχαν φτάσει οι Ιταλοί και είχαν στρατοπεδεύσει.
Νύχτα πλέον έφθασαν κοντά στη γέφυρα των Αγίων. Και εκεί μέσα στη σιωπή της νυχτας και το φόβο των παιδιών, ακούστηκε η φωνή του σκοπού:
- Αλτ, τις εί;
Και τότε, ο καθηγητής Σπύρος Τσακαλώτος μέσα στη νεκρική σιγή που πάγωνε τις ψυχές των ακινητοποιημένων και βουβών μαθητών, απαντά με αγωνιώδη και τρεμάμενη φωνή του:
«Μαθηταί του Γυμνασίου Πωγωνιανής μετά των καθηγητών τους. Παρακαλώ μην πυροβολείτε, μην πυροβολείτε.»
Σε λίγο με την παρουσία αξιωματικού και με έλεγχο όλων από στρατιώτες και με τον φακό στο χέρι, πέρασαν οι μαθητές τη γέφυρα των Αγιων ένας – ένας και συνέχισαν την πορεία τους προς το Χάνι Δολιανών.
(Η γέφυρα των Αγίων που είχε κατασκευασθεί το 1874, ανετινάχθη το βράδυ της 28ης προς την 29η Οκτωβρίου 1940, καταστραφείσα σχεδόν ολοκληρωτικώς)
….Εκεί στο εγκαταλειμένο Χάνι των Δολιανών οι πεζοπόροι μαθητές του Γυμνασίου Πωγωνιανής, βρήκαν ένα κουτί λουκούμια, ξεγέλασαν την πείνα τους και ξεδίψασαν στα βροχόνερα στα χαντάκια του δρόμου. Οι μαθητές αυτοί συνέχισαν την πορεία τους προς Καλπάκι όπου, άλλοι μεν επιβιβάστηκαν σε αυτοκίνητα του στρατού και άλλοι συνέχισαν πεζοπορούντες μέσα στη νύχτα για να φτάσουν στα Γιάννενα (διαδρομή από Πωγωνιανή μεγαλύτερη από 70 χιλιόμετρα), τα ξημερώματα.
……………………………………………..
Ο πόλεμος που ξεκίνησε την Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 1940 επρόκειτο ουσιαστικά να σταματήσει ξανά στα βουνά της Πίνδου τον Αύγουστο του 1949 μετά από έναν πολυαίμακτο εμφύλιο "με χαρακτηριστικά ταξικής εξέγερσης", όπως σημείωνε στα ΝΕΑ πρόσφατα ένας Ιστορικός Ερευνητής με αφορμή την ταινία του Παντελή Βούλγαρη "Ψυχή Βαθιά".
Μερικούς από τους μικρότερους μαθητές που κουράζονταν τους έπαιρναν στη πλάτη οι μεγαλύτεροι. Είχε σκοτεινιάσει πλέον όταν κατέβαιναν προς το χωριό Λίμνη με κατεύθυνση προς τη γέφυρα των Αγίων. Η πορεία γινόταν με προσοχή. Δεξιά τους είχαν εμφανισθεί ήδη κάποια τμήματα του Ιταλικού στρατού που προχωρούσαν προς το Καλπάκι. Ο Σπύρος Τσακαλώτος, ο καθηγητής τους της Φυσικής, τους συνιστούσε απόλυτη σιωπή. Σε κάποια απόσταση από το Χάνι Ζαραβίνας είχαν φτάσει οι Ιταλοί και είχαν στρατοπεδεύσει.
Νύχτα πλέον έφθασαν κοντά στη γέφυρα των Αγίων. Και εκεί μέσα στη σιωπή της νυχτας και το φόβο των παιδιών, ακούστηκε η φωνή του σκοπού:
- Αλτ, τις εί;
Και τότε, ο καθηγητής Σπύρος Τσακαλώτος μέσα στη νεκρική σιγή που πάγωνε τις ψυχές των ακινητοποιημένων και βουβών μαθητών, απαντά με αγωνιώδη και τρεμάμενη φωνή του:
«Μαθηταί του Γυμνασίου Πωγωνιανής μετά των καθηγητών τους. Παρακαλώ μην πυροβολείτε, μην πυροβολείτε.»
Σε λίγο με την παρουσία αξιωματικού και με έλεγχο όλων από στρατιώτες και με τον φακό στο χέρι, πέρασαν οι μαθητές τη γέφυρα των Αγιων ένας – ένας και συνέχισαν την πορεία τους προς το Χάνι Δολιανών.
(Η γέφυρα των Αγίων που είχε κατασκευασθεί το 1874, ανετινάχθη το βράδυ της 28ης προς την 29η Οκτωβρίου 1940, καταστραφείσα σχεδόν ολοκληρωτικώς)
….Εκεί στο εγκαταλειμένο Χάνι των Δολιανών οι πεζοπόροι μαθητές του Γυμνασίου Πωγωνιανής, βρήκαν ένα κουτί λουκούμια, ξεγέλασαν την πείνα τους και ξεδίψασαν στα βροχόνερα στα χαντάκια του δρόμου. Οι μαθητές αυτοί συνέχισαν την πορεία τους προς Καλπάκι όπου, άλλοι μεν επιβιβάστηκαν σε αυτοκίνητα του στρατού και άλλοι συνέχισαν πεζοπορούντες μέσα στη νύχτα για να φτάσουν στα Γιάννενα (διαδρομή από Πωγωνιανή μεγαλύτερη από 70 χιλιόμετρα), τα ξημερώματα.
……………………………………………..
Ο πόλεμος που ξεκίνησε την Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 1940 επρόκειτο ουσιαστικά να σταματήσει ξανά στα βουνά της Πίνδου τον Αύγουστο του 1949 μετά από έναν πολυαίμακτο εμφύλιο "με χαρακτηριστικά ταξικής εξέγερσης", όπως σημείωνε στα ΝΕΑ πρόσφατα ένας Ιστορικός Ερευνητής με αφορμή την ταινία του Παντελή Βούλγαρη "Ψυχή Βαθιά".
............................................
Ωρ’ εσείς πουλιά πετούμενα κι αηδόνια του Δελβίνου
Ωρ’ μην είδατε τον άνδρα μου το Δήμο το λεβέντη
Ωρ’ εψές προψές τον είδαμε κάτω στο Τεπελένι
Ωρ’ μαύρα πουλιά τον τρώγανε κι άσπρα τον τροϋρίζανε
Για φάτε μου πουλάκια μου, φάτε τη λεβεντιά μου
Κι αφήστε τα ματάκια μου και το δεξί μου χέρι
Να γράψω τρία γράμματα σε τρεις μεριές να πα΄νε.
Το ‘να να πάει στη μάνα μου, τ’ ‘άλλο στην αδελφή μου.
Το τρίτο το φαρμακερό στη δόλια μου γυναίκα
Να πάψει να με καρτερεί να μη με παντεχαίνει
Τα κόκαλά μου τ’ άφησα εδώ στο Τεπελένι
Ωρ’ μην είδατε τον άνδρα μου το Δήμο το λεβέντη
Ωρ’ εψές προψές τον είδαμε κάτω στο Τεπελένι
Ωρ’ μαύρα πουλιά τον τρώγανε κι άσπρα τον τροϋρίζανε
Για φάτε μου πουλάκια μου, φάτε τη λεβεντιά μου
Κι αφήστε τα ματάκια μου και το δεξί μου χέρι
Να γράψω τρία γράμματα σε τρεις μεριές να πα΄νε.
Το ‘να να πάει στη μάνα μου, τ’ ‘άλλο στην αδελφή μου.
Το τρίτο το φαρμακερό στη δόλια μου γυναίκα
Να πάψει να με καρτερεί να μη με παντεχαίνει
Τα κόκαλά μου τ’ άφησα εδώ στο Τεπελένι
..........................................................................
Στο βιβλίο υπάρχει ποίημα του Βησσανιώτη Γεωργίου Ναστόπουλου, πατέρα του Φυσικού Στέργιου Ναστόπουλου, που επισφραγίζει ποιητικά όσα περιγράφει ο Στέργιος στο 2ο σχόλιο, με το παρακάτω συγκινητικό ποίημα.
Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΒΗΣΣΑΝΗΣ
Προχωρείτε! Προχωρείτε! Προχωρείτε!
Ο σαλπιγκτής την αντεπίθεση σάλπιζε.
ΑΕΡΑ τους! Παιδιά εμπρός ριχτείτε
η εχθρική αντίσταση δεν μας φοβίζει.
Σκαρφάλωσαν στις ράχες τ’ Αη Θανάση
μεσ’ τον ορυμαγδό των μύδρων και των όλμων
Κι’ εκεί το δολερό των φασιστών το βλήμα
άνοιξε για τον άμοιρο τον Όμηρο το μνήμα.
Γαντζώθηκε κι ανασηκώθηκε στα βράχια
τη Βήσσανη στερνή φορά για ν’ αντικρίσει
κι έπεσε μπρούμυτα με θολά τα μάτια
Μα τ’ όραμα θαμπό και η πνοή του εσβήσθη
πριν τα εικοσιτρία χρόνια του να κλείσει.
Τ’ άλλα παλικάρια του χωριού μας
μέσα στους πυροβολισμούς που θάνατο σκορπούσαν
με μετρημένες σφαίρες στις παλάσκες, στο πλευρό τους
Με ξιφολόγχες και το «Αέρα» όπλο φοβερό τους
πλησίαζαν και όλο προχωρούσαν.
Κι ο οχτρός θρασύδειλος ταμπουρωμένος
πίσω απ’ τα τζάκια και των σπιτιών τους τοίχους
δεν άντεξε στη γενναιότητα και την ορμή τους
Και εγκατέλειψε τις θέσεις και τον οπλισμό του
και τόβαλε στα πόδια ντροπιασμένος
Μα εκεί στ’ Αγίου Κοσμά τη ράχη
των Ιταλών το πολυβόλο αντίσταση κρατώντας
εθέριζε τον κόσμο με μανία
Και κάποια σφαίρα του, χτυπάει τον Ταγματάρχη
θανάσιμα στων Αγίων Αποστόλων τη γωνία.
Και μπήκαν θριαμβευτικά τα παλικάρια
μεσ’ το χωριό τους ελευθερωτές
τις μάνες τους να δουν και ν’ αγκαλιάσουν
που λεύτερες τους υποδέχονταν στους δρόμους
σαν Σπαρτιάτισσες τους γιούς τους νικητές.
Όμως μια μάνα που περίμενε το γιό της
να τον δεχτεί κι αυτή στην αγκαλιά της
το δειλινό το βροχερό εκείνο
Και σαν της είπαν το κακό μαντάτο
ξέσπασε σε μοιρολόϊ και θρήνο.
Εσφούγγισε τα δακρυσμένα μάτια
κι’ ασπάστηκε κάποιο φαντάρο
Παρηγοριά για το χαμό του γιού της
επέρασε τον πόνο τον πικρό απ’ το χάρο.
Εκείνα τα γενναία παλικάρια
το τιμημένο το χακί όλα ντυμένα
Εδιώξαν τους φασίστες απ΄ το χωριό τους
και τους κυνήγησαν στ’ Αλβανικά βουνά τα δοξασμένα.
Η Βήσσανη ευλαβικά το γόνυ κλίνει
σ’ αυτούς που επέσαν στη μάχη εκείνη
Ελάχιστος φόρος τιμής κι ευγνωμοσύνη
και αιώνια στους συνοδεύει μνήμη
Γιάννινα 25 Οκτ. 1990
Γεώργιος Ναστόπουλος, Βησσανιώτης.
Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΒΗΣΣΑΝΗΣ
Προχωρείτε! Προχωρείτε! Προχωρείτε!
Ο σαλπιγκτής την αντεπίθεση σάλπιζε.
ΑΕΡΑ τους! Παιδιά εμπρός ριχτείτε
η εχθρική αντίσταση δεν μας φοβίζει.
Σκαρφάλωσαν στις ράχες τ’ Αη Θανάση
μεσ’ τον ορυμαγδό των μύδρων και των όλμων
Κι’ εκεί το δολερό των φασιστών το βλήμα
άνοιξε για τον άμοιρο τον Όμηρο το μνήμα.
Γαντζώθηκε κι ανασηκώθηκε στα βράχια
τη Βήσσανη στερνή φορά για ν’ αντικρίσει
κι έπεσε μπρούμυτα με θολά τα μάτια
Μα τ’ όραμα θαμπό και η πνοή του εσβήσθη
πριν τα εικοσιτρία χρόνια του να κλείσει.
Τ’ άλλα παλικάρια του χωριού μας
μέσα στους πυροβολισμούς που θάνατο σκορπούσαν
με μετρημένες σφαίρες στις παλάσκες, στο πλευρό τους
Με ξιφολόγχες και το «Αέρα» όπλο φοβερό τους
πλησίαζαν και όλο προχωρούσαν.
Κι ο οχτρός θρασύδειλος ταμπουρωμένος
πίσω απ’ τα τζάκια και των σπιτιών τους τοίχους
δεν άντεξε στη γενναιότητα και την ορμή τους
Και εγκατέλειψε τις θέσεις και τον οπλισμό του
και τόβαλε στα πόδια ντροπιασμένος
Μα εκεί στ’ Αγίου Κοσμά τη ράχη
των Ιταλών το πολυβόλο αντίσταση κρατώντας
εθέριζε τον κόσμο με μανία
Και κάποια σφαίρα του, χτυπάει τον Ταγματάρχη
θανάσιμα στων Αγίων Αποστόλων τη γωνία.
Και μπήκαν θριαμβευτικά τα παλικάρια
μεσ’ το χωριό τους ελευθερωτές
τις μάνες τους να δουν και ν’ αγκαλιάσουν
που λεύτερες τους υποδέχονταν στους δρόμους
σαν Σπαρτιάτισσες τους γιούς τους νικητές.
Όμως μια μάνα που περίμενε το γιό της
να τον δεχτεί κι αυτή στην αγκαλιά της
το δειλινό το βροχερό εκείνο
Και σαν της είπαν το κακό μαντάτο
ξέσπασε σε μοιρολόϊ και θρήνο.
Εσφούγγισε τα δακρυσμένα μάτια
κι’ ασπάστηκε κάποιο φαντάρο
Παρηγοριά για το χαμό του γιού της
επέρασε τον πόνο τον πικρό απ’ το χάρο.
Εκείνα τα γενναία παλικάρια
το τιμημένο το χακί όλα ντυμένα
Εδιώξαν τους φασίστες απ΄ το χωριό τους
και τους κυνήγησαν στ’ Αλβανικά βουνά τα δοξασμένα.
Η Βήσσανη ευλαβικά το γόνυ κλίνει
σ’ αυτούς που επέσαν στη μάχη εκείνη
Ελάχιστος φόρος τιμής κι ευγνωμοσύνη
και αιώνια στους συνοδεύει μνήμη
Γιάννινα 25 Οκτ. 1990
Γεώργιος Ναστόπουλος, Βησσανιώτης.
ΣΧΕΤΙΚΑ: 1) Το Ελληνικό Έπος του 1940 στη ΒίκιΠαίδεια
5 σχόλια:
Στη φωτογραφία του εξώφυλλου του βιβλίου η μάλε Τσάντα Μαρούκη γιαγιά του λοχία Λευτέρη Μαρούκη από τη Βήσσανη, με πίτες και καλούδια κοντά στους Βησσανιώτες στρατιώτες του λόχου Παπακώστα στην αμυντική γραμμή Σταυροσκιαδίου - Δρυμάδων την Κυριακή 27 Οκτωβρίου 1940, με φόντο τον σαλπιγκτή του Ανεξάρτητου Τάγματος Δελβινακίου.
Χορηγός της έκδοσης ο Γρηγόρης Άρμπυρος από τη Βήσσανη, στη μνήμη του πατέρα του Χριστόφορου Άρμπυρου, μαχητή του 1940-41 του ανεξάρτητου τάγματος Δελβινακίου.
Σαν Βησσανιώτης να καταθέσω τις μαρτυρίες του πατέρα μου, Γεώργιου (1921-1998), μόλις απόφοιτου από τη Ζωσιμαία Σχολή και υποψήφιου τότε για το Πανεπιστήμιο, βρισκόταν στην Αθήνα για το σκοπό αυτό. Όπως είναι γνωστό, η επίθεση έγινε πολύ πρωί, 5.30. Στα χωριά μας ακούστηκαν οι πρώτες οβίδες από μακρυά, τα σύνορα, σαν μπουμπουνητό. Τον πόλεμο τον περίμεναν βέβαια. Πολλά Βησσανιωτάκια ήταν στρατευμένα στον Τάγμα Δελβινακίου, το οποίο ήταν επανδρωμένο κυρίως από Πωγωνήσιους και γενικότερα κατοίκους του Νομού Ιωαννίνων. Λίγοι ήταν από άλλα μέρη. Στο βιβλίο περιγράφονται αναλυτικά όλες οι αψιμαχίες, που σκοπό είχαν να καθυστερήσουν τον εχθρό ένα 24/ωρο, αλλά τελικά κατάφεραν να τον καθυστερήσουν ένα 48/ωρο, μέχρι να συμπτυχθούν στη πρώτη γραμμή άμυνας, στο Καλπάκι. Τα κατάφεραν με υπεράνθρωπες προσπάθειες, μερικές φορές με ένα οπλοπολυβόλο, όπως στις Δρυμάδες, καθώς και να ανατινάξουν κατά το σχέδιο όλες τις ζωτικής σημασίας γέφυρες στο δρόμο για τα Γιάννενα.
Οι άνδρες δηλαδή, του Τάγματος αμύνονταν κυριολεκτικά "υπερ βωμών και εστιών". Φανταστείτε να αφήνουν τα σπίτια τους, τους γονείς, τα παιδιά και τις αδερφές τους στα χέρια ενός εχθρού, που δεν ήξεραν πώς θα του συμπεριφερθεί. Πράγματι, σε πολλά χωριά, όπως στο Λαχανόκαστρο (μου το έλεγε η μάνα μου Αφροδίτη (1923-1999), όσοι προλάβανε κρύφτηκαν, τους άλλους τους πήρανε ομήρους, και τους τραβήξανε για το Δελβινάκι ή αλλού. Μόλις μπήκαν οι Ιταλοί στα χωριά, μαζί με Αλβανούς ημι-άτακτους, κάναν πλιάτσικο σε αρκετά σπίτια. Μου έλεγε η μάνα μου οτι αρπάζανε τις κότες, ανάβανε το φούρνο και τις πετάγανε μέσα με τα φτερά! Και βέβαια πολλά σφαχτά ψήσανε, τα χωριά ήταν κτηνοτροφικά κυρίως.
Μετά την τρομερή μάχη του Καλπακίου, όπου τσακίστηκε η πολεμική μηχανή του Ντούτσε, οι Ιταλοί υποχωρούσανε. Στη Βήσσανη έγινε μια φοβερή μάχη, καθώς οι Ιταλοί είχαν οχυρωθεί μέσα στα σπίτια. Οι στρατιώτες του Τάγματος έρχονταν από τη μεριά του ποταμού Γορμού (παραπόταμου του Καλαμά), από τα Ραβένια. Καθώς ανεβαίνεις τη χαράδρα βρίσκεσαι στο ίσιο που οδηγεί στο χωριό. Εκεί καθηλώθηκαν για μια νύχτα. Ο Ομηρος Παπαγεωργίου, μου έλεγε ο πατέρας μου, ανασήκωσε το κεφάλι να δει το χωριό του και το σπίτι του και εκεί τον βρήκε η σφαίρα. Η τελευταία του ματιά ήταν το σπίτι του! Στο μέρος αυτό υπάρχει ένα παλιό ξωκλήσι, ο Αη-Θανάσης. Προχώρησαν σιγά-σιγά και με δυσκολία και έφτασαν στο ξωκλήσι, τον Απόστολο, όπως τον λένε οι ντόπιοι. Εκεί υπάρχει ακόμα μια τεράστια βαλανιδιά, πανάρχαιη. Πάνω σε ένα λόφο απέναντι, στον Αη-Θανάση, οι Ιταλοί είχαν στήσει ένα πολυβόλο, που θέριζε όλη την περιοχή και κανένας δεν μπορούσε να ξεμυτίσει. Ο διοικητής του Τάγματος, ταγματάρχης Τζαννής Αλεβιζάτος, Κεφαλλωνίτης στην καταγωγή, σήκωσε τα κιάλια και έκανε κατόπτευση να το εντοπίσει. Μια ριπή τον άφησε νεκρό. Ενας από τους λαμπρότερους αξιωματικούς του '40.
Ο πατέρας μου έλεγε οτι υπήρχε η σκέψη πει να περιμένουν να γίνει η προετοιμασία της επίθεσης με πυροβολικό. Οι άνδρες όμως του Τάγματος δεν δέχτηκαν, προτίμησαν να βγάλουν τους Ιταλούς με τη λόγχη, για να μην κινδυνεύσουν οι μανάδες και οι συγγενείς τους, που ήταν κλειδαμπαρωμενοι στα σπίτια, σε μπίμπτσες (υπόγεια κελλάρια) ή όπου μπορούσαν να κρυφτούν καλύτερα. Με την επιμονή των στρατιωτών μας, οι Ιταλοί υποχώρησαν, προς τη μεριά του Κουτσόκρανου, προς το Δελβινάκι.
Ολ' αυτά περιγράφονται από μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων στο βιβλίο του κ. Κ. Κωστούλα. Να 'ναι καλά να μας χαρίζει κι άλλα πολύτιμα βιβλία.
Ευχαριστώ για το ποιήμα του μακαρίτη του πατέρα μου, Μίλτο. Πολύ με συγκίνησες, μου θύμησες αξέχαστες στιγμές! Ο αξιωματικός Κλέαρχος Πελλένης, που ανατίναξε την στρατηγικής σημασίας γέφυρα Γκόλα, κοντά στην Κακαβιά, ήταν Ζαγορίσιος, δεν ξέρω από ποιο χωριό, μήπως ξέρεις; Αναζητώντας στο διαδίκτυο βρήκα μια προδημοσίευση του βιβλίου στον "Πρωινό Λόγο". Εκεί γράφει τα εξής συγκινητικά:
"Ο Διοικητής του Τάγματος Αλεβιζάτος κρατούσε στα χέρια του μία φωτογραφία με τα δυο μικρά παιδιά του, Την κύταζε σκεπτικός και αφηρημένος. Την στιγμή που εισέρχεται στη σκηνή ο Φριζής, μας καλημερίζει και αποτεινόμενος στον Αλεβιζάτο του λέει:
«Έ, Τζαννή σε βλέπω μελαγχολικό…..μήπως φοβάσαι τον πόλεμο;» Και ο Αλεβιζάτος απαντά:
«Όχι κ. Διοικητά…..κοίταζα στη φωτογραφία τα παιδιά μου και σκέφτηκα: άραγε θα τα ξαναδώ;»
Και ο Φριζής του λέει:
«Μήπως εγώ ξέρω ρε Τζαννή, αν θα δώ τα δικά μου;»
Και οι δυό σκοτώθηκαν στον πόλεμο, ο Αλεβιζάτος στη Βήσσανη και ο Φριζής λίγο αργότερα.
Δεν και τη σελίδα:http://www.neb.gr/book/export/html/591
Ο έφεδρος ανθυπολοχαγός Κλέαρχος Πελλένης (από την Ελάτη Ζαγορίου)
αφηγείται στο βιβλίο:
Στην περιοχή της Κακαβιάς, και προς τα σύνορα, το μηχανικό είχε τοποθετήσει πάνω στο δρόμο και εμπόδια από σιδηροδοκούς.
Θέλω να σημειώσω ιδιαίτερα την αξιοθαύμαστη ικανότητα και αποτελεσματικότητα των επιτελών της Μεραρχίας Δρίβα, Πετρουτσόπουλου, Ξένου και Φασόη καθώς και των υπεύθυνων Πυροβολικού Μαυρογιάννη και Ασημακόπουλου, για όλη την προπαρασκευαστική δουλειά που έκαναν στην αμυντική οργάνωση των θέσεων τόσο στην προκάλυψη όσο και κατά τις επιχειρήσεις και μετά την εισβολή των Ιταλών σε όλο το βάθος μέχρι το Καλπάκι.
Εκεί δίπλα στη γέφυρα ήταν το χάνι του Γκόλα το οποίο δούλευε και πίναμε κανένα καφέ ή κανένα τσίπουρο με μεζεδάκια.
Μια φορά, θυμάμαι, πέρασε ένας Ιταλός πρευσβευτής που μιλούσε καλά Ελληνικά και γελώντας μου είπε:
"έναν περίπατο θα κάνουμε, τι να κάνετε;"
Του απάντησα ήρεμα με ένα:"θα δούμε".
ΚΛΕΑΡΧΟΣ ΠΕΛΛΕΝΗΣ Ο ΜΠΟΥΡΛΟΤΙΕΡΗΣ.
Δημοσίευση σχολίου