ΠΗΓΗ: Τάσος Καφαντάρης (Το Βήμα)
Το μεγαλύτερο πείραμα στην ιστορία της ανθρωπότητας άρχισε ήδη να εκτελείται 100 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της Ελβετίας.
Εκτός από τον «κύριο καταζητούμενο», το σωματίδιο Χιγκς, οι φυσικοί ελπίζουν σε απαντήσεις για άλυτα ως σήμερα κοσμολογικά προβλήματα.
Ηταν το 1964, αμέσως μετά από ένα Σαββατοκύριακο πεζοπορίας στα υψίπεδα των Cairngorms, όταν ο καθηγητής Φυσικής του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου Πίτερ Χιγκς επέστρεψε στο εργαστήριό του με μια θριαμβευτική λάμψη στο βλέμμα.
Είπε στους συναδέλφους του ότι είχε μόλις «βιώσει τη μοναδική και μεγάλη ιδέα» και ότι είχε πλέον την απάντηση για το πώς η ύλη του Σύμπαντος είχε αποκτήσει τη μάζα της. Μια τέτοια δήλωση, στη γλώσσα των φυσικών, δεν απείχε πολύ από την... αφήγηση του Αβραάμ για τη συνάντησή του με τη φλεγόμενη βάτο. Διόλου παράξενο το ότι το καταλυτικό για τη Δημιουργία σωματίδιο του Χιγκς ονομάστηκε έκτοτε «σωματίδιο του Θεού».
Αλλά ο Χιγκς δεν γνώρισε ποτέ τη δόξα του Αβραάμ - ούτε, έστω, ένα βραβείο Νομπέλ: το σωματίδιό του δεν ανιχνεύθηκε ποτέ, άρα επιστημονικώς παρέμεινε αναπόδεικτο.
Η αναπαράσταση του «Big Bang»
Σήμερα, 44 χρόνια μετά, ένα κολοσσιαίο έργο έχει ολοκληρωθεί για την επαλήθευση του οράμα
τος του Χιγκς στα 100 μέτρα βάθος κάτω από το Meyrin της Ελβετίας. Πρόκειται για τον νέο γραμμικό επιταχυντή αδρονιακών σωματιδίων (LHC) του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πυρηνικών Ερευνών (CERN). Ούτε λίγο ούτε πολύ, στα 27 χιλιόμετρα ενός δακτυλιοειδούς τούνελ που περνά κάτω από τη Γενεύη, μπαίνει στη Γαλλία και επιστρέφει, έχουν συσσωρευθεί ατελείωτα χιλιόμετρα καλωδίων, μαγνήτες μεγέθους οκταώροφων πολυκατοικιών και σιδηροκατασκευές αντίστοιχες σε όγκο με εκείνες του Πύργου του Αϊφελ!
Ολα αυτά συνταιριάζονται με πολύπλοκα ηλεκτρονικά συστήματα και υπολογιστές για να ετοιμάσουν ένα πρωτόγνωρο «πεδίο βολής».
Ενα μπιλιάρδο στοιχειωδών σωματιδίων που - επιταχυνόμενα στον δακτύλιο με ασύλληπτες ταχύτητες - θα μας δώσουν την πρώτη «αναπαράσταση υπό κλίμακα» της γενεσιουργού Μεγάλης Εκρηξης του κόσμου μας, του «Big Bang».
Η όλη κατασκευή διήρκεσε 13 χρόνια για να στηθεί, με κόστος περίπου 1,9 δισ. ευρώ. Το εναρκτήριο λάκτισμα για αυτή την «πανευρωπαϊκή αποκοττιά» έδωσε η απόφαση του αμερικανικού Κογκρέσου, το 1993, να ακυρώσει την κατασκευή του δικού του νέου υπερεπιταχυντή στο Τέξας ονόματι Superconducting Supercollider. Το μόνο εν ενεργεία πεδίο δοκιμών που απέμενε για τους φυσικούς στοιχειωδών σωματιδίων ήταν πλέον το ισχύος ενός τρισεκατομμυρίου βολτ (1 TeV) Tevatron στο Ινστιτούτο Fermi του Σικάγου. Και αυτό όμως έμελλε να κλείσει το 2010. Σε μια εποχή όπου η διαμάχη για τη θεωρία των πάντων κορυφωνόταν - μια θεωρία της φυσικής που να εξηγεί τα πάντα, από τον κβαντικό κόσμο των σωματιδίων ως τον μεγάκοσμο των γαλαξιών -, ποιος θα έδινε στους φυσικούς χώρο και εργαλεία για το μεγαλύτερο πείραμα που είχαν ποτέ ονειρευτεί;
Η Ευρωπαϊκή Ενωση, μέσω του CERN, αποφάσισε να πάρει τη σκυτάλη, με τον μύχιο πόθο να επαναφέρει την πρωτοπορία της έρευνας στην εδώ όχθη του Ατλαντικού.
Η συνέχεια στο ΒΗΜΑ