Λίγες μέρες πριν από την έναρξη των εξετάσεων και ένα
…οδοιπορικό στην ιστορία τους έχει πολλαπλή αξία, αφού όχι μόνο
προετοιμάζει τους υποψηφίους για
ενδεχόμενες αντιξοότητες, αλλά αποτελεί και έναν μοχλό πίεσης και οδηγό
αποφυγής λαθών για τους ιθύνοντες.
Των Γιώργου Κ. Καββαδία, εκπαιδευτικού –ερευνητή, και
Νικολέττας Καββαδία, φιλολόγου.
Τα τελευταία χρόνια μέχρι και το 2010 όσον αφορά τη
διαχείριση του βαθμού ευκολίας / δυσκολίας των θεμάτων κυριαρχεί μια
λογική σχετικής ισορροπίας και διόρθωσης
με βάση τα δεδομένα της προηγούμενης χρονιάς. Σε όποιο μάθημα τα θέματα
αποδείχτηκαν πολύ δύσκολα την επόμενη χρονιά γινόταν μια προσπάθεια σχετικής
εξισορρόπησης με σχετικά ευκολότερα και αντίστροφα. Πέρυσι στα περισσότερα μαθήματα ο πήχυς
δυσκολίας ανέβηκε σε πολύ υψηλά επίπεδα με αποτέλεσμα την έντονα καθοδική
πορεία των βάσεων. Σαφώς και η πολιτική και κοινωνική συγκυρία, άλλοτε
λιγότερο, άλλοτε περισσότερο, παίζει το ρόλο της. Σε προεκλογικές περιόδους ο
λαϊκισμός της εκάστοτε κυβέρνησης εκφράζεται με τη γραμμή προς την Κεντρική
Επιτροπή των Εξετάσεων για εύκολα θέματα. Υπάρχει η εκτίμηση ότι φέτος επειδή
το εξεταστικό σύστημα βρίσκεται «στα τελευταία του» θα επιδιωχθεί η απαξίωσή
του και η «αναγκαιότητα αλλαγής» του. Τέτοιες λογικές είναι αλήθεια ότι στο
παρελθόν είχαν επικρατήσει. Ωστόσο, ο εξαιρετικά αυξημένος βαθμός δυσκολίας των
θεμάτων στα περισσότερα μαθήματα πέρυσι μάλλον θα οδηγήσει στη γραμμή της
εξισορρόπησης με ένα «κλικ» ευκολότερα θέματα στα μαθήματα που πέρυσι έγινε
«εξεταστική σφαγή». Πάντως η όλη
συζήτηση περί εύκολων και δύσκολων θεμάτων, ας το κατανοήσουν και οι υποψήφιοι
για να μην αγχώνονται περισσότερο, είναι άνευ μεγάλης σημασίας, αφού ο
αριθμός εισακτέων είναι προκαθορισμένος.
Είτε με εύκολα, είτε με δύσκολα θέματα δε θα «μπουν» περισσότεροι ή λιγότεροι.
Πολλές φορές πολύ υψηλή βαθμολογία δεν αρκεί για την εισαγωγή, εφόσον υπάρχει
πληθωρισμός αριστούχων.
Είναι
αλήθεια ότι ο «βαθμός ευκολίας ή δυσκολίας» των θεμάτων αποτελεί ένα σπουδαίο
εργαλείο που έχει στα χέρια του το ΥΠΕΠΘ ώστε να ρυθμίζει τη ροή των υποψηφίων
προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση κατασκευάζοντας τη σχολική επιτυχία/ αποτυχία σύμφωνα
με τα δεδομένα της πολιτικής του. Ωστόσο, έχει σημασία να εξετάσουμε τα
μαθήματα στα οποία οφείλονται, εκτός των άλλων, όχι μόνο στο βαθμό δυσκολίας
των θεμάτων, αλλά και, κυρίως, στην ασάφεια ή τη λανθασμένη διατύπωση των
θεμάτων. Κι αυτό αποτελεί σοβαρό πλήγμα στο τυπικά αδιάβλητο των εξετάσεων.
Η αλήθεια
είναι ότι το μορφωτικό επίπεδο των υποψηφίων και η σχολική επιτυχία- αποτυχία
δεν μπορεί να αξιολογηθεί με «εύκολα» ή «δύσκολα» θέματα. Πρώτα απ’ όλα γιατί
ακόμα και «άριστα» να έγραφαν όλοι οι υποψήφιοι δεν θα μπορούσαν να εισαχθούν
στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αφού έχει προσδιοριστεί ο «ανώτατος αριθμός
εισακτέων» (numerus clausus).
Από γκάφα σε γκάφα …
«θα πετάω»
Κάθε χρόνο κατά τη διάρκεια και μετά τη λήξη των εξετάσεων,
τα περισσότερα από τα μαθήματα στα οποία διαγωνίζονται οι χιλιάδες
υποψήφιοι συγκεντρώνουν θετικά ή
αρνητικά σχόλια και κριτικές καθώς αξιολογούνται με «βαθμούς» ευκολίας και
σαφήνειας ή δυσκολίας και ασάφειας. Αυτά συνδέονται και με τις επιδόσεις των
υποψηφίων.
Με το σημερινό μας αφιέρωμα επιχειρούμε μια καταγραφή ως
προς τα «αμφιλεγόμενα» θέματα των εξετάσεων των τελευταίων 22 ετών και τα υψηλά
ρεκόρ αποτυχίας. Από την έρευνα προκύπτουν ορισμένα χρήσιμα συμπεράσματα που
μπορούν να αποτελέσουν οδηγούς για τους υποψηφίους προκειμένου να
προετοιμαστούν όσο γίνεται καλύτερα για ν’ αποφύγουν τις παγίδες των εξετάσεων.
ΒΑΣΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
1. Δεν υπάρχει χρονιά στην πρόσφατη ιστορία των εξετάσεων,
αλλά ακόμα και στην προϊστορία, αν ψάξουμε, που να λείπουν μικρές ή μεγάλες
γκάφες στη διατύπωση των θεμάτων. Τα μικρά ή μεγάλα λάθη της Επιτροπής των
Εξετάσεων στιγματίζουν κάθε χρόνο τις εξετάσεις. Στον πίνακα 2 αποτυπώνονται τα
«μαθήματα διαμαρτυρίας» με τις συγκεκριμένες χρονιές που προκλήθηκαν
προβλήματα.
2. Οι ασάφειες ή τα λάθη στη διατύπωση των θεμάτων
εκτοξεύουν, κατά κανόνα, τα ποσοστά της αποτυχίας στα ύψη. Αυτό, βεβαίως,
συνδέεται και με το βαθμό δυσκολίας των θεμάτων. Τόσο στην εποχή των δεσμών,
όσο και στην πρόσφατη περίοδο των εξετάσεων σημειώνονται υψηλά ποσοστά
αποτυχίας, αρνητικά ρεκόρ αποτυπώνοντας τη χρεοκοπία του συστήματος πρόσβασης
στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και την κρίση του σημερινού σχολείου.
3. Καταγράφονται ποσοστά αποτυχίας (Βλ. πίνακα 1 και 2) σε
ορισμένα μαθήματα που ξεπερνούν το 85% και πλησιάζουν ακόμα και το 90%. Αυτά
αφορούσαν κυρίως την εποχή των δεσμών. Ωστόσο, υψηλά ποσοστά αποτυχίας πάνω από
70% μόνιμα και σταθερά καταγράφονται τα τελευταία χρόνια (2001- 11) που ενίοτε
προσεγγίζουν ή και ξεπερνούν το 80%.
4. Τα υψηλότερα ρεκόρ αποτυχίας στις εξετάσεις σημειώνονται
στα Μαθηματικά και τη Φυσική με μια σταθερότητα που εντυπωσιάζει. Τα τελευταία
χρόνια καταγράφονται στην Τεχνολογική κατεύθυνση. Αυτή η αποτυχία συνδέεται και
με τις έντονες διαμαρτυρίες ως προς τη διατύπωση των θεμάτων. Υψηλά ποσοστά
αποτυχίας πάνω από 50% παρουσιάζονται στα Αρχαία Ελληνικά και στην Ιστορία
γενικής παιδείας και Θεωρητικής κατεύθυνσης.
Σχετικά υψηλά ποσοστά αποτυχίας παρουσιάζει και το μάθημα Ανάπτυξη
Εφαρμογών σε προγραμματιστικό περιβάλλον.
5. Μια διαχρονική ματιά στην εξέλιξη της βαθμολογίας των
υποψηφίων αναδεικνύει την ανομοιογένεια των επιδόσεων στα εξεταζόμενα μαθήματα.
Ωστόσο, υπάρχουν μαθήματα στα οποία με σχετική σταθερότητα καταγράφονται κάθε
χρόνο υψηλά ποσοστά αποτυχίας: Μαθηματικά και Φυσική Τεχνολογικής κατεύθυνσης,
Ιστορία γενικής και θεωρητικής κατεύθυνσης, Αρχαία Ελληνικά και Ανάπτυξη
Εφαρμογών σε προγραμματιστικό περιβάλλον (Τεχνολογικής Κατεύθυνσης).